Ο τρύγος στο νησί της Σάμου δεν είναι απλώς ένα αγροτικό γεγονός. Είναι ένα πολιτισμικό τελετουργικό, μια βιωματική εμπειρία που ενώνει τις γενιές του νησιού γύρω από το πιο εμβληματικό προϊόν του τόπου: το αρωματικό, γλυκό και διεθνώς βραβευμένο Μοσχάτο Σάμου. Είναι μια γιορτή ζωής, ένα τελετουργικό μετάβασης από την προσδοκία στη δημιουργία, από τους ορεινούς αμπελώνες στο ποτήρι. Κάθε ρώγα μοσχάτου σταφυλιού κουβαλά μνήμες και αρώματα, ιδρώτα του μόχθου μα και χαρά, σκληρή προσπάθεια και πατρογονική παρακαταθήκη.
Οι καταγραφές του Επαμεινώνδα Σταματιάδη για τη μακραίωνη οινοπαραγωγική συνέχεια του νησιού αλλά και οι αναμνήσεις των εμβληματικών αμπελοκαλλιεργητών του Συνεταιρισμού της Σάμου, που κρατούν στα δυνατά τους χέρια το μέλλον του μοναδικού σαμιακού αμπελώνα, ξετυλίγουν έναν κόσμο προσήλωσης στο πατρογονικό αμπελάκι, σκληρής δουλειάς και λιτής χαράς. Ο τρύγος ήταν και είναι υπόθεση ολόκληρου του νησιού και η «ψυχή» της αμπελοοινικής κοινότητας:
Στα μεγάλα αμπελοχώρια της Σάμου, τους Βουρλιώτες, τον Πλάτανο, τους «Νενέδες» (Άμπελος), τους Μανωλάτες, τους «Αρβανίτες» (Πάνδροσο και Μεσόγειο), τον Πύργο κ.α, καθάριζαν τα καλντερίμια («ντουσεμέδες») και ετοίμαζαν τα σαμάρια και τα εργαλεία («κατσούνια» και «κατσ’νάκια»). Οι γυναίκες επιδιόρθωναν τις σταφυλοσακούλες με «κρικέλλες» και σχοινιά. Οι «καλαθάδες» και οι «σιδεράδες» περνούσαν από τα χωριά για τις «κοφίνες», τους «σελέδες» και τα «γαλίκια», ενώ τα γαϊδουράκια περίμεναν στον πεταλωτή για την τελευταία προετοιμασία.
Όταν ο «ντελάλης» ανακοίνωνε το άνοιγμα της «πόστας», όλο το νησί έμπαινε στο γρήγορο ρυθμό του τρύγου. Οι αμπελουργοί ξεκινούσαν με το πρώτο φως της αυγής, κοίταζαν αν «το σταφύλ’ θέλ’ κόψιμο» και είχαν ήδη φροντίσει να κλείσουν εργάτριες και αγωγιάτες. Οι σταφυλοδόχοι ήταν έτοιμες, και στους δρόμους ακουγόταν η κυρίαρχη ευχή του τρύγου:
«Χίλια γουμάρια!»
«Τα μ’ σά θ’ κά σ’», απαντούσαν με τοπική περηφάνια.
Πόνος, ιδρώτας και… γράδος
Οι εργάτριες, με μακρυμάνικα πουκάμισα για προστασία από τον καυτό ήλιο και τα έντομα, ψάθινα καπέλα δεμένα με μαντήλια, σκυφτές πάνω από τα κλήματα, έκοβαν με τέχνη τα μοσχάτα σταφύλια και γέμιζαν τα κοφίνια. Όταν κάποιο δάχτυλο κοβόταν από το «κατσούνι», έβαζαν πάνω μια ρόγα σταφύλι ή «κονιζό» για να σταματήσει το αίμα και συνέχιζαν…
Οι κουβαλητές, αγκομαχώντας, έτρεχαν ανάμεσα στις σειρές, με τα κοφίνια στον ώμο. Σκληρή δουλειά, αλλά το κέφι και τα τραγούδια του τρύγου, αντιλαλούν ακόμη και σήμερα στις κορυφογραμμές της Σάμου.
Ο πιο έμπειρος, διάλεγε τα καλύτερα τσαμπιά να μπουν πρώτα για να «βγάλ’ καλό γράδο». Όταν το «γομάρι» των 133 κιλών ήταν έτοιμο, ξεκινούσε η στράτα για την παραλαβή.
«Τα μάτια σ’ τέσσιρα, μη χάσουμι το γράδο!» φώναζε ο νοικοκύρης στον αγωγιάτη.
Στους σταθμούς παραλαβής και τις «σταφυλοδόχους» γινόταν το «ζύγισμα», το «πάτημα», το «γραδάρισμα» – και συχνά, οι διαφωνίες για τον βαθμό του μούστου:
«Φύσα τουν’ αφρό!»
«Αφού τ’ λέει, γιατί δε του φ’νάζ’ς;»
Ο κόπος της μέρας, το γλέντι της καρδιάς
Ξεσκούφωτοι και μπαϊλντισμένοι από τη ζέστη και τον μούστο, οι τρυγητές μοιράζονταν φαγητό, ευχές, τραγούδια και γέλια.
Κάτω από ένα δέντρο, απλωνόταν το «καφαλτί»: τοματοσαλάτα με βραστές πατάτες, κρεμμύδι, παστά ψάρια, ζυμωτό ψωμί και νερό από σταμνί – με κουκουνάρι για πώμα.
Παρά την κούραση, τα τραγούδια και τα αστεία δεν έλειπαν. Τα χέρια πονούσαν, η μέση λύγιζε, αλλά οι άνθρωποι χαμογελούσαν. Το βράδυ, γύριζαν στα χωριά κουρασμένοι, με ένα καλάθι σταφύλια για το σπίτι μέσα από τα στενά, κακοτράχαλα μονοπάτια, αλλά με την ελπίδα πως «ο γράδος δεν χάθηκε».
Και το επόμενο πρωί; Εκεί, στο ορεινό αμπελάκι και πάλι. Με το πρώτο φως της μέρας.
Από το χθες στο σήμερα: Η συνέχεια μιας ζωντανής παράδοσης
Ο τρύγος στη Σάμο είναι και σήμερα η συνέχεια της ζωντανής οινοπαραγωγικής παράδοσης του νησιού. Είναι μνήμη και παρακαταθήκη, ιστορική διαδρομή και πολιτιστική ταυτότητα, διασύνδεση του ανθρώπου με τον τόπο του. Από τα «κατσούνια» των παππούδων μέχρι τις σύγχρονες οινοποιητικές εγκαταστάσεις του Συνεταιρισμού της Σάμου, από τα φορτώματα στα «γομάρια» μέχρι τις υπερσύγχρονες οινοδεξαμενές και τους πήλινους αμφορείς του σήμερα, η μακραίωνη πορεία του μοσχάτου Σάμου είναι μία: Από τη ρώγα στο ποτήρι, με σεβασμό, μεράκι και πίστη στο σαμιώτικο θαύμα.
Οι Σαμιώτες αμπελουργοί, πιστοί στην παράδοση και στην ποιότητα, συνεχίζουν να καλλιεργούν με αφοσίωση τα πατρογονικά αμπελοτόπια. Ο Ενιαίος Οινοποιητικός Συνεταιρισμός Σάμου (ΕΟΣ Σάμου) που ιδρύθηκε το 1934, διαχειρίζεται με φροντίδα τη συγκομιδή, δίνοντας έμφαση στη δημιουργία εκλεκτών ξηρών, ημίξηρων, γλυκών αλλά και «φυσικών οίνων» (natural wines), με ένα τριμελές και εξειδικευμένο οινολογικό σχήμα.
Ο φετινός τρύγος του μοσχάτου μόλις ξεκίνησε και η παραγωγή, παρά τις κλιματικές προκλήσεις, προμηνύεται εξαιρετική σε ποιότητα. Το μοσχάτο Σάμου, με την αναγνωρίσιμη αρωματική του ταυτότητα και την αξεπέραστη γεύση που στηρίζεται στην αυθεντικότητα της παραγωγής, θα είναι και πάλι έτοιμο να ταξιδέψει όχι μόνο στην ελληνική αγορά ως συνώνυμο της υψηλής ποιότητας, αλλά και σε 25 δυνατές αγορές του εξωτερικού όπου δρέπει δάφνες, έχοντας αποκτήσει ένα εξαιρετικά μεγάλο και φανατικό κοινό.
Πηγή: keosoe.gr
Πηγή: ypaithros.gr | Συντάκτης: ypaithros.gr