Τον οξύ προβληματισμό του για το μέλλον εκφράζει ο Βαγγέλης Μπινιάρης, ο οποίος βρέθηκε για πολλά χρόνια στη θέση του προέδρου της Ένωσης Νέων Αγροτών Αργολίδας. Ο ίδιος υποστηρίζει ότι «ένας από τους λόγους που οι νέοι αποφεύγουν τον πρωτογενή τομέα είναι η ανασφάλεια και η αβεβαιότητα για το αύριο. Βιώνουμε μια κλιματική αλλαγή που δεν γνωρίζουμε πώς θα την αντιμετωπίσουμε και οι παραγωγές μας κρέμονται από μια κλωστή. Με 30% άρδευση προσπαθούμε να τα βγάλουμε πέρα».
Αναφορικά με τις διαθέσεις των νέων να μπουν στην παραγωγή, ο ίδιος επισημαίνει ότι «το 50% στην Αργολίδα αρνείται να συνεχίσει την πορεία των γονιών του. Παρότι έχουν έτοιμες δουλειές, δεν θέλουν ούτε να ακούσουν για το πρόγραμμα νέων αγροτών. Επιπλέον, σήμερα, κανένας γονιός δεν ενθαρρύνει τα παιδιά του να συνεχίσουν. Όταν εμείς λέγαμε ότι θέλαμε να συνεχίσουν τα παιδιά μας, σίγουρα δεν φανταζόμασταν τη σημερινή κατάσταση».
Αναφερόμενος στα σημαντικότερα εμπόδια που φράζουν τον δρόμο για την ενασχόληση με το επάγγελμα, ο ίδιος υποστηρίζει ότι «τα χρήματα που δίνονται σε έναν νέο για να ενταχθεί στο πρόγραμμα είναι μηδαμινά. Δεν μπορεί κάποια στιγμή να έδιναν 9.000.000 δραχμές και σήμερα να δίνουν μόνο 35.000 ευρώ. Σήμερα έχουμε να αντιμετωπίσουμε μια σειρά από τρελές αυξήσεις και λογικά η ενίσχυση θα έπρεπε να ήταν πάνω από 50.000 ή ακόμα και 60.000 ευρώ».
Ο κ. Μπινιάρης συνεχίζει, λέγοντας ότι «με τα οικονομικά κίνητρα που υπάρχουν δεν είναι εφικτό να επιβιώσεις οικονομικά στο επάγγελμα, ακόμα και αν έχεις βάσεις. Ακόμα και αν έχεις κληρονομιά από την οικογένειά σου. Φανταστείτε να ξεκινήσει κανείς από το μηδέν. Ποιος ενθαρρύνει, άραγε, τα παιδιά του να μείνουν στα χωράφια; Αντιθέτως, τα ενθαρρύνουν και τα στηρίζουν στην προσπάθειά τους να πάρουν ένα πτυχίο και να έχουν έναν μισθό».
Χαρακτηριστικό της εικόνας που υπάρχει είναι και το σχόλιο του κ. Μπινιάρη για την ασφάλιση των αγροτών. «Σήμερα, το 60% των αγροτών είναι ανασφάλιστο, γιατί δεν έχει να πληρώσει. Ακόμα και αυτοί που ολοκληρώνουν το χρονικό όριο του προγράμματος, αμέσως μετά αναζητούν μια εναλλακτική εργασία, που θα τους δίνει τη δυνατότητα να αντεπεξέλθουν», εξηγεί.
Σχετικά με τις παλιές χρονιές, που ο αγρότης ικανοποιούσε με άνεση βασικές του ανάγκες, σπουδάζοντας τα παιδιά του, χτίζοντας ένα σπίτι και αγοράζοντας μηχανήματα, ο κ. Μπινιάρης ξεκαθαρίζει ότι «όλα αυτά έγιναν από το 1987 μέχρι το 2000. Από εκεί και πέρα, σταμάτησαν όλα. Αυτή ήταν η εποχή της τεράστιας ανάπτυξης, όταν υπήρχαν και Σχέδια Βελτίωσης».
Τέλος, στο ερώτημα τι θα γίνει αν συνεχιστεί αυτή κατάσταση, ο ίδιος επισημαίνει ότι «ήδη έχουν αρχίσει κρούσεις από ανθρώπους που δεν είναι αγρότες για αγροκτήματα και όλα δείχνουν ότι θα συγκεντρωθούν μεγάλα μερίδια αγροτεμαχίων σε χέρια λίγων, από άτομα που εμφανίζονται από το πουθενά. Μέχρι και εταιρείες ψάχνουν την αγορά».
Πηγή: ypaithros.gr | Συντάκτης: Αργυρίου Γιώργος