Αν όλοι οι αστυνομικοί ήταν σαν τον Κατερινόπουλο, δεν θα υπήρχε ο όρος «μπάτσος».
Δεν πάει πολύς καιρός που η Ελληνική Κοινωνία είχε -επί δεκαετίες-
αποκλειστικώς κατοχυρωμένο το όνομα «Θανάσης» σε ένα πρόσωπο·
ο Βέγγος, ο «Θου-Βου», ο «Φαλακρός Πράκτωρ»,
ο άνθρωπος που δεν σταματούσε να τρέχει
και που μάς άφησε ως κληροδότημα τη απόλυτη έκφραση ταλαιπωρίας «Τρέχω σαν τον Βέγγο.»,
ο άνθρωπος που απετελούσε την απάντηση στην ερώτηση «Ποιος Θανάσης;»,
ο άνθρωπος που ενετύπωσε ανεξίτηλα μέσα μας
την ενωτική και αγαπησιάρικη προσφώνηση «Καλοί μου άνθρωποι…»,
αυτός ήταν ο δικός μας άνθρωπος, ο «καλός μας άνθρωπος», ο Θανάσης μας.
Ο Θανάσης Βέγγος έφυγε από τη ζωή το 2011
και -όσο κι αν βρίσκεται ζωντανός στη μνήμη μας- μάς λείπει ως φυσική παρουσία.
Ξάφνου, λοιπόν, κυριολεκτικώς από το Πουθενά,
από έναν τομέα που δεν περιμένεις ότι θα σού κινητοποιήσει ευαισθησία και συναίσθημα
-καθώς τα «Σώματα Ασφαλείας» είναι εκ φύσεως έμπλεα τραχύτητας
(και ενίοτε εκπροσωπούν την ένστολη κατάχρηση εξουσίας)-
μπήκε στη ζωή μας ο Θανάσης Κατερινόπουλος.
Τώρα ο αείμνηστος Θανάσης Βέγγος έχει έναν συνονόματο σύμμαχο στη Συλλογική Συνείδηση,
τώρα ο Θανάσης Κατερινόπουλος ήρθε να πάρει ανεπιδίωκτα ένα μερτικό αγάπης
από τη «Δεξαμενή τού Κοινού Συναισθήματος».
Γεννήθηκε το 1957 σε αγροτική οικογένεια στην Αιτωλοακαρνανία.
Δύσκολοι καιροί τότε,
καθώς η Επιβίωση ήταν το αποκλειστικό μέλημα
για μία ρημαγμένη χώρα που ακόμη προσπαθούσε να γιατρέψει τις πληγές
από τον 2ο Παγκόσμιο Πόλεμο και από τον ακολουθήσαντα Εμφύλιο.
Από εφτά ετών παιδάκι, σκληρή δουλειά στα καπνά.
Η αναζήτηση μιας καλύτερης τύχης
τον φέρνει να καταταγεί -σε ηλικία 19 ετών- στην Αστυνομία·
και ναι μεν ετίμησε το Σώμα με το ήθος του και με τις εξαιρετικές ικανότητές του,
αλλά -οποία έξοχη αντίφασις-
το σημαντικότερο γαλόνι τού εν αποστρατεία Ταξίαρχου
είναι ότι είχε την τόλμη και το σθένος να απεκδυθεί από τα γαλόνια του,
αρνούμενος να υποταχθεί στο κυρίαρχο και πολυπλόκαμο «Σύστημα τής Διαπλοκής»
Έτσι, το 2007 εγκατέλειψε μία λαμπρή καριέρα που βρισκόταν στο πικ της,
ακολουθώντας τη φωνή τής ψυχής του, που τού έλεγε ότι βρισκόταν σε λάθος μέρος·
διόλου τυχαία, όταν προσφάτως τού υπεβλήθη η ερώτηση
«Τον μικρό τον Θανασάκη, από το χωριό που έφυγε, τον χαϊδεύετε καθόλου;»,
εκείνος απήντησε «Τον βρίζω… Τον βρίζω… Επέλεξα λάθος επάγγελμα τότε.».
Να είναι άραγε αυτός ο λόγος που αγαπάμε τον Θανάση Κατερινόπουλο;
Ένας αστυνομικός που εκ λάθους έγινε αστυνομικός,
αλλά εν τέλει αποτελεί την ύψιστη διαφήμιση για τούς αστυνομικούς.
Ναι, σίγουρα είναι κι αυτός ένας λόγος που τού τρέφουμε αγάπη,
όμως ένας ακόμη σημαντικότερος λόγος είναι τα λόγια του:
«Γεννήθηκα σε χωριό, μεγάλωσα σε καλύβα και μετά έζησα σε σπίτι.
Για ’μένα, στο κέντρο ήταν, είναι και θα είναι πάντα ο Άνθρωπος και όχι το Χρήμα.
Χρήμα δεν απέκτησα ποτέ. Φίλους χιλιάδες· φανατικούς.
Ε, και κάποιους φανατικούς εχθρούς· όλα είναι στο παιχνίδι.
Για ’μένα μετράν’ οι Ανθρώπινες Σχέσεις, οι σωστές ανθρώπινες σχέσεις,
η Μπέσα που πρέπει να υπάρχει μεταξύ μας, κι ο Καλός ο Λόγος.
Όλα τ’ άλλα είναι εφήμερα.».Εδώ αρχίζουν τα δύσκολα…
Είναι δύσκολο να γράφεις δακρυσμένος…
Έρχονται οι «έννοιες-κλειδιά» και ξεκλειδώνουν το Συναίσθημα.
Ο Άνθρωπος. Η Φιλία, οι Φίλοι. Οι Ανθρώπινες Σχέσεις. Η Μπέσα. Ο Καλός ο Λόγος.
Κι είναι και οι αφορισμοί που έχουν τη μαγική ιδιότητα να επιτείνουν τη Συγκίνηση:
«Χρήμα δεν απέκτησα ποτέ.»,
«Ε, (απέκτησα, εκτός από χιλιάδες φανατικούς φίλους) και κάποιους φανατικούς εχθρούς.
Όλα είναι στο παιχνίδι.»,
«Όλα τ’ άλλα
-(εκτός από τον Άνθρωπο, τη Φιλία, τούς Φίλους, τις Ανθρώπινες Σχέσεις, τη Μπέσα, τον Καλόν τον Λόγο)-
είναι εφήμερα.».
Ο Θανάσης Κατερινόπουλος έχει βιώσει με τον πιο σκληρόν τρόπο το «Εφήμερον τής Ζωής»
και ετούτο το -κατά Καββαδίαν- τρομαχτικό ταξίδι τού Χαμού.
Το 2017, ο ένας από τούς δύο γυιους του, ο Επαμεινώνδας,
έφυγε αιφνιδίως από τη ζωή σε ηλικία 30 ετών.
Ξαφνικά. Απροειδοποίητα. Στον ύπνο του.
Ισόβιο πένθος. Ανεπούλωτη πληγή.
Η Μαρία Πολυδούρη, η «αιώνια αγαπημένη» τού Κώστα Καρυωτάκη,
είχε γράψει βλέποντας τη νεκρή μορφή τού αυτόχειρα καταραμένου ποιητή της,
τον συνταρακτικό στίχο
«Ήταν ωραίος παράξενα… Σαν ’κείνους που ο Θάνατος τούς έχει ξεχωρίσει.».
Ο Θανάσης ενσαρκώνει την ακόμη πιο μοιραία διασκευή τού στίχου:
«Είναι καλός παράξενα… Είναι από ’κείνους που ο Θάνατος τούς έχει σημαδέψει.»!
Είμαι βέβαιος ότι -με βάση το ήθος και το αίσθημα ευθύνης που τον διακρίνει-
ο Θανάσης Κατερινόπουλος αισθάνεται ένα είδος ενοχής
που δεν ημπόρεσε να προσφέρει την Αθανασία στο αδικοχαμένο παιδί του.
Εδώ είναι που ανασύρεται και άλλος στίχος στο μυαλό·
ο Ντίνος Χριστιανόπουλος αναρωτιόταν κάποτε
«Θανάση, γιατί έκοψες το “Άλφα” από μπροστά; Για ένα γράμμα χάνεις την Αθανασία.»!
Ο Θανάσης, ο βαφτισμένος Αθανάσιος,
έχασε το ένα από τα δυο του Αγόρια, το ένα από τα δύο «Άλφα» τής ζωής του,
καθώς ο 30χρονος Επαμεινώνδας «έφυγε» την ημέρα
που για τούς περισσότερους ανθρώπους έμπαινε ημερολογιακώς η πιο αισιόδοξη εποχή τού χρόνου,
η Άνοιξη.
Έκτοτε…
«Αποφράδα μέρα 1η Μάρτη τού ’17.».
Γίνονται οι λέξεις μικρές, λίγες·
πού να χωρέσουν την τραγωδία, πού να χωρέσουν τις σημειολογίες…
Το «Έμπα τής Άνοιξης» να γίνεται συνώνυμο για έναν γονιό με τον πιο βαρύ χειμώνα.
Ναι, κι άλλες φορές ο Θάνατος καταργεί την Άνοιξη,
αλλά εδώ είπε να δείξει την αφανιστική δύναμή του και μέσω των αριθμών.
Διότι δεν είναι μόνο αυτό καθ’ εαυτό το δυστυχές συμβάν,
αλλά έρχεται να προστεθεί και το γεγονός
ότι ο Θανάσης Κατερινόπουλος είναι γεννημένος στις 4 Μαρτίου.
Είναι συγκλονιστική και αδιανόητη συναισθηματική δοκιμασία,
να έχεις γενέθλια με απόσταση τριών ημερών από τον θάνατο
και από την μαύρη επέτειο τού θανάτου τού παιδιού σου.
Γενέθλια στοιχειωμένα με Θάνατο.
Η τεράστια παρηγοριά για τον Θανάση,
είναι ο άλλος γυιος του, ο Αντώνης, το «Α» που τον κρατάει όρθιο,
που τού δίνει το κίνητρο και τη δύναμη να αντέχει την αναντιμετώπιστη απώλεια.
Όταν πρωτοείδαμε τον Θανάση Κατερινόπουλο στις οθόνες μας,
είδαμε έναν άνθρωπο να εκφράζει σε απόλυτο βαθμό το «Κοινό Περί Δικαίου Αίσθημα»,
χωρίς να υποπίπτει κατ’ ελάχιστον
στο καταστροφικό κοινωνικό αμάρτημα που λέγεται «Λαϊκισμός».
Συν τω χρόνω αγαπήσαμε τον Θανάση
διότι εξετιμήσαμε την ευγένεια, την ευφυΐα, τη σεμνότητα,
τη μεταδοτικότητα, τη διαίσθηση και την ενσυναίσθησή του.
Αυτός ο πάλαι ποτέ αξιωματικός τής Αστυνομίας,
που σίγουρα εκλήθη πολλές φορές στη λειτουργηματική πορεία του
να γίνει σκληρός και να παίξει το παιχνίδι με τούς όρους των κακοποιών,
αυτός ο πρώην αστυνομικός που σε κάνει να σκέφτεσαι πως
«Αν όλοι οι αστυνομικοί ήταν σαν τον Κατερινόπουλο, δεν θα υπήρχε ο όρος “μπάτσος”.»,
αυτός ο άνθρωπος έχει διατηρήσει μέσα του, στην ψυχή του,
ένα ανέγγιχτο κομμάτι γεμάτο με Αθωότητα, με Αγνότητα, με Ανόθευτη Ανθρωπιά,
και ετούτος είναι ο λόγος που τού καταθέτουμε την αγάπη μας.
Μία αγάπη που έρχεται να κορυφωθεί,
αν συνδυάσουμε την προσωπική τραγωδία τού Θανάση Κατερινόπουλου,
με τη φράση που εξεστόμισε κάποτε ο Θανάσης Βέγγος
όταν στις 9 Σεπτεμβρίου 2002 παρευρισκόταν σε εκδήλωση προς τιμήν του,
όπου θα δινόταν το ονοματεπώνυμό του στο ανοιχτό θέατρο τού δήμου Κορυδαλλού.
Εκεί, λοιπόν,
ο Βέγγος είχε πει με σπασμένη φωνή και με δάκρυα στα μάτια τη συγκλονιστική φράση
«Στη γαλέρα τής ζωής μου, τράβηξα άγριο κουπί…».
Θανάση Κατερινόπουλε, ξέρουμε ότι τραβάς άγριο κουπί.
Καλέ μας Θανάση, καλέ μας άνθρωπε,
θέλουμε να σε αγκαλιάσουμε ωσάν να είσαι εκείνο το φτωχό 7χρονο παιδάκι
που εδούλευε στα καπνά για να εβοήθαγε την οικογένειά του στον αγώνα τής επιβίωσης.
Καλέ μας Θανάση, σε αγαπάμε!
Ο Υπο-Κοσμικός
(Twitter: @Ypokosmikos
https://twitter.com/Ypokosmikos)
zougla.gr