Από τη Διεύθυνση Εσωτερικών Υποθέσεων εξαρθρώθηκε εγκληματική οργάνωση η οποία δραστηριοποιούνταν στην παράνομη έκδοση αδειών διαμονής σε αλλοδαπούς υπηκόους τρίτων χωρών
Σε αστυνομική επιχείρηση, που εξελίχθηκε σε (6) πόλεις της χώρας, συνελήφθησαν (23) άτομα, μεταξύ των οποίων (7) δικηγόροι και (5) υπάλληλοι του ευρύτερου δημοσίου τομέα
Σε βάρος τους σχηματίστηκε δικογραφία για εγκληματική οργάνωση, πλαστογραφία, υφαρπαγή ψευδούς βεβαίωσης, ηθική αυτουργία σε ψευδείς ιατρικές πιστοποιήσεις, δωροδοκία-δωροληψία υπαλλήλου, ψευδή βεβαίωση, νόθευση κ.λπ.
Από τη Διεύθυνση Εσωτερικών Υποθέσεων της Ελληνικής Αστυνομίας ολοκληρώθηκε εκτεταμένη αστυνομική επιχείρηση, που εκτυλίχτηκε σε έξι (6) πόλεις της χώρας, για την αποδόμηση οργανωμένου εγκληματικού δικτύου, το οποίο δραστηριοποιούνταν στο πεδίο της παράνομης έκδοσης αδειών διαμονής σε αλλοδαπούς, υπηκόους τρίτων χωρών.
Για την υπόθεση αυτή συνελήφθησαν χθες (Τετάρτη 27 Ιουνίου 2018) είκοσι τρία (23) άτομα, δεκαέξι (16) ημεδαποί και επτά (7) αλλοδαποί, μεταξύ των οποίων και τα δύο (2) αρχηγικά μέλη της οργάνωσης. Στους συλληφθέντες περιλαμβάνονται επτά (7) δικηγόροι και πέντε (5) υπάλληλοι του ευρύτερου δημοσίου τομέα.
Σε βάρος τους σχηματίστηκε δικογραφία – κακουργηματικού χαρακτήρα – για εγκληματική οργάνωση, πλαστογραφία, υφαρπαγή ψευδούς βεβαίωσης, ηθική αυτουργία σε ψευδείς ιατρικές πιστοποιήσεις, δωροδοκία-δωροληψία υπαλλήλου, ψευδή βεβαίωση, νόθευση κ.τ.λ. και διευκόλυνση παράνομης διαμονής πολίτη τρίτης χώρας, κατά συναυτουργία, εξακολούθηση και συρροή.
Για την ίδια υπόθεση κατηγορούνται επιπλέον (2) ημεδαποί και αλλοδαπός, οι οποίοι δεν συνελήφθησαν, λόγω έλλειψης των προϋποθέσεων της αυτόφωρης διαδικασίας καθώς επίσης και (2) αλλοδαποί και ημεδαπός, οι οποίοι κατηγορούνται για διάφορα αδικήματα (παραβίαση υπηρεσιακού απορρήτου, πλαστογραφία, παράβαση καθήκοντος κ.α.), μη σχετιζόμενα με την εγκληματική οργάνωση.
Από τη διενεργηθείσα μέχρι τώρα έρευνα της Διεύθυνσης Εσωτερικών Υποθέσεων και τη συνδυαστική αξιολόγηση των συλλεχθέντων στοιχείων προέκυψε ότι οι κατηγορούμενοι, τουλάχιστον από τον περασμένο Μάρτιο, είχαν συστήσει και ενταχθεί σε εγκληματική οργάνωση, που επιδίωκε την αποκόμιση παράνομου περιουσιακού οφέλους με την κατάρτιση πλαστών δικαιολογητικών, για την παράνομη έκδοση αδειών διαμονής σε αλλοδαπούς υπηκόους τρίτων χωρών.
Η αλληλουχία των παρανόμων ενεργειών τους αφορούσε στην καταρχήν έκδοση της σχετικής «βεβαίωσης κατάθεσης αίτησης για έκδοση άδειας διαμονής», ώστε να θεωρείται εφεξής ότι οι αλλοδαποί διαμένουν νόμιμα στη χώρα και στη συνέχεια της «άδειας διαμονής».
Η εγκληματική οργάνωση είχε διαρκή δράση και εσωτερική δομή, ενώ τα μέλη της ακολουθούσαν κανόνες σχετικής ιεραρχίας, έχοντας διακριτούς ρόλους για την επίτευξη των σκοπών τους.
Ειδικότερα, τα δύο (2) αρχηγικά μέλη, με τη βοήθεια ορισμένων άλλων μελών, αναζητούσαν παράνομους αλλοδαπούς που διέμεναν στην περιοχή της Αττικής, από τους οποίους λάμβαναν μεγάλα χρηματικά ποσά για να τους «βοηθήσουν» να συγκεντρώσουν έγγραφα που θα διευκόλυναν την έκδοση των αδειών διαμονής (π.χ. έγγραφα που πιστοποιούσαν επταετή συνεχή διαμονή τους στη χώρα, έγγραφα για μόνιμη διαμονή τους σε πόλεις της επαρχίας, ώστε να μπορούν καταθέτουν εκεί τα δικαιολογητικά τους κ.λπ.).
Τα έγγραφα που χρησιμοποιούσαν, συνήθως ήταν:
- ιατρικές βεβαιώσεις (επισκέψεις σε εξωτερικά ιατρεία νοσοκομείων – ιατρικά περιστατικά),
- έγγραφα από εταιρείες μεταφοράς χρημάτων,
- λογαριασμοί εταιρειών κινητής τηλεφωνίας,
- ψευδείς υπεύθυνες δηλώσεις (περί φιλοξενίας αλλοδαπών), εφοδιασμένες με γνήσιο υπογραφής δικηγόρου της οργάνωσης,
- πλαστά μισθωτήρια συμβόλαια κατοικίας,
- εμβάσματα λογαριασμών τραπεζών που έχουν κλείσει ή έχουν συγχωνευθεί και
- πλαστές αγορές από γνωστά εμπορικά πολυκαταστήματα.
Στη συνέχεια και αφού ορισμένα μέλη της οργάνωσης προέβαιναν σε πλαστογραφήσεις των εγγράφων, οι δικηγόροι – μέλη της οργάνωσης αφού «έλεγχαν» τους φακέλους, μετέβαιναν στις αρμόδιες Υπηρεσίες, μαζί με τους αλλοδαπούς για την κατάθεση τους.
Οι δικηγόροι γνώριζαν για την πλαστότητα των εγγράφων που περιέχονταν στους φάκελους και σε πολλές περιπτώσεις συμμετείχαν στη συμπλήρωσή τους, καταρτίζοντας και οι ίδιοι πλαστά έγγραφα ή ψευδείς βεβαιώσεις για τη δικαιολόγηση ετών παραμονής ή για τη βεβαίωση του τόπου διαμονής.
Επιπλέον για την κατάθεση των φακέλων στις Αποκεντρωμένες Διοικήσεις των πόλεων της επαρχίας, τους αλλοδαπούς συνόδευαν και τα δύο αρχηγικά μέλη της οργάνωσης καθώς και συνεργάτης τους.
Σε ορισμένες εκ των Αποκεντρωμένων Διοικήσεων τη διεκπεραίωση των φακέλων αναλάμβαναν υπάλληλοι των αρμόδιων Υπηρεσιών, οι οποίοι άνηκαν στην εγκληματική οργάνωση και βεβαίωναν ψευδώς, έναντι χρηματικής αμοιβής, ότι στο πρόσωπο των αλλοδαπών πληρούνται όλες οι απαιτούμενες προϋποθέσεις για τη χορήγηση βεβαίωσης κατάθεσης αίτησης και άδειας διαμονής.
Με το πέρας της διαδικασίας, τόσο της κατάθεσης των φακέλων, όσο και της έκδοσης των αντίστοιχων καρτών, τα αρχηγικά μέλη και συνεργάτης τους λάμβαναν από τους αλλοδαπός τα συμφωνηθέντα χρηματικά ποσά, τα οποία στη συνέχεια μοιράζονταν μεταξύ τους, ανάλογα με την συμμετοχή τους στην διαδικασία. Τα ποσά για την κατάθεση του φακέλου κυμαίνονταν από 650 έως 800 ευρώ και σε περίπτωση που εκδιδόταν η σχετική άδεια διαμονής από 1.000 έως 1.500 ευρώ.
Για την πλήρη διερεύνηση της υπόθεσης έχει κατασχεθεί πληθώρα φακέλων, το περιεχόμενο των οποίων εξετάζεται ως προς την πλαστότητα των δικαιολογητικών. Επιπλέον σε κατ’ οίκον έρευνες που διενεργήθηκαν, βρέθηκαν και κατασχέθηκαν πλήθος πλαστών εγγράφων και διαβατηρίων, ηλεκτρονικοί υπολογιστές, καθώς και 20.890 ευρώ.
Στην επιχείρηση για την αποδόμηση της εγκληματικής οργάνωσης συμμετείχε η Υποδιεύθυνση Εσωτερικών Υποθέσεων Βορείου Ελλάδος καθώς και το Σώμα Επιθεωρητών Ελεγκτών Δημόσιας Διοίκησης.
Οι συλληφθέντες με τη δικογραφία που σχηματίστηκε σε βάρος τους οδηγούνται στον Εισαγγελέα Πρωτοδικών Αθηνών.