Τις τελευταίες μέρες παρακολουθούμε δημοσιεύματα που αφορούν “την αναστάτωση που προκάλεσε σε δεκάδες καρκινοπαθείς της ευρύτερης περιοχής Αγρινίου η διακοπή των χημειοθεραπειών που γίνονται στο νοσοκομείο” και “μια εξαιρετικά δυσμενής κατάσταση που σοβεί στο Αγρίνιο”.
Να μην υπάρχει Ογκολόγος και αντίστοιχο τμήμα!!!.
Και ακολουθεί η απαίτηση πρόσληψης Ογκολόγου-ων και η δημιουργία αντίστοιχου τμήματος !!!!
Σαν αρχή ας ξεκαθαρίσουμε ότι ουσιαστικά στην Ν.Μ. Αγρινίου ποτέ δεν έγιναν συστηματικά χημειοθεραπείες.
Το 2019 αντιμετωπίστηκαν μόλις επτά (7) ασθενείς.
Συνεπώς οι δεκάδες καρκινοπαθείς που θα διακόψουν τις χημειοθεραπείες τους από τα δικά μας στατιστικά δεν προκύπτουν.
Η Ένωση Νοσοκομειακών Γιατρών θεωρεί ότι τέτοια σοβαρά θέματα οφείλουν να έχουν μια αντίστοιχα σοβαρή και επιστημονικά τεκμηριωμένη προσέγγιση και δεν πρέπει να αποτελούν πεδίο δημιουργίας εντυπώσεων.
Είναι αυτονόητο ότι η όποια πρόταση για ανάπτυξη του Νοσοκομείου δεν μπορεί παρά να μας βρίσκει επί της αρχής σύμφωνους.
Στο πλαίσιο αυτό είναι δεδομένο ότι το νοσοκομείο, στον σχεδιασμό του, πρέπει να προσπαθήσει να δημιουργήσει συνθήκες ,εάν είναι εφικτό, ώστε να γίνονται οι χημειοθεραπείες και αυτό αποτελεί και δική μας θέση.
Η αποτύπωση δε του προβλήματος είναι δικαίωμα και καθήκον του κάθε πολίτη.
Από εκεί όμως μέχρι να απαιτούνται συγκεκριμένες λύσεις από αυτοσχέδιους γνώστες, αν και πολύ” Ελληνικό” δεν προσφέρει στην λύση του προβλήματος.
Φυσικά και γνωρίζουμε την ύπαρξη αυτής της δύσκολης κατηγορίας ασθενών, τα προβλήματα τους , τις ιδιαιτερότητες τους και την διαχείριση τους στον Ελλαδικό και Ευρωπαϊκό χώρο.
Όμως σε αντίθεση με τον όποιο ευκαιριακό γνώστη ,γνωρίζουμε επίσης και τα προβλήματα κάποιων άλλων κατηγοριών ασθενών, που αριθμούν εκατοντάδες η και χιλιάδες , με προβλήματα κοινωνικά και ιατρικά το ίδιο σοβαρά η και περισσότερο και στα όποια καλούμαστε καθημερινά να δώσουμε λύσεις .
Οφείλουμε ως γιατροί να προσεγγίζουμε συνολικά αυτά τα θέματα με απόλυτα επιστημονικά κριτήρια αγνοώντας προσωπικές προτιμήσεις και επιθυμίες συναισθηματικές πιέσεις, ηθικά ψευτοδιλήμματα και κοινωνικούς αυτοματισμούς.
Οφείλουμε να προτείνουμε λύσεις που ιεραρχούν τις ανάγκες του κοινωνικού συνόλου και να διαχειριστούμε τις δυνατότητες ανάπτυξης του Δευτεροβαθμίου Νοσοκομείου, που δεν είναι απεριόριστες, ώστε να πετύχουμε το μέγιστο δυνατόν αποτέλεσμα.
Το ιδανικό θα ήταν σε μία Νοσηλευτική μονάδα να υπήρχε πλήρης ανάπτυξη όλων των ειδικοτήτων. Κάτι τέτοιο φυσικά δεν είναι εφικτό ούτε σε μεγάλα τριτοβάθμια νοσοκομεία του Ελλαδικού χώρου τα οποία και αλληλοκαλύπτονται
Κατ ανάγκη η ανάπτυξη τμημάτων και ειδικοτήτων σε μια νοσηλευτική μονάδα μπαίνει σε διαδικασία επιλογής.
Υπάρχουν επιστημονικά κριτήρια που καθορίζουν την ιεράρχηση ανάπτυξης ειδικοτήτων και τμημάτων.
Η ανάπτυξη ενός τμήματος κατ αρχήν προϋποθέτει την δυνατότητα υποστήριξής του από μια σειρά άλλων ειδικοτήτων και εργαστήριων προκειμένου να λειτουργεί με αποτελεσματικότητα και ασφάλεια.
Εξίσου σημαντικό κριτήριο είναι η προτεραιότητα στην ασφαλή και αποτελεσματική λειτουργία των τμημάτων πρώτης γραμμής, , δηλαδή αυτών των τμημάτων που η ανεπαρκή λειτουργία τους θέτει σε άμεσο κίνδυνο την ζωή του ασθενούς όπως , Καρδιολογικό, Παθολογικό , Χειρουργικό, Παιδιατρικό κ.λ και των τμημάτων υποστήριξης τους.
Η ανάπτυξη ή όχι των υπολοίπων τμημάτων ακολουθεί τον κανόνα του κόστους – αποτελεσματικότητας. Δηλαδή για μια συγκεκριμένη δαπάνη πόρου το όφελος που αποκομίζει ο γενικός πληθυσμός . Λειτουργώντας φυσικά με γνώμονα το όφελος του ανθρώπου και όχι το οικονομικό όφελος του συστήματος . Οι πόροι δε , είναι πολύ συγκεκριμένοι και η ορθολογική χρήση τους απόλυτα επιβεβλημένη. Όμως για την εξέλιξη ενός συστήματος υγείας η ενός Νοσοκομείου είναι απαραίτητη η αύξηση των πόρων. Γνωρίζοντας αυτή τη συνάφεια και επειδή δεν θέλουμε να είμαστε διαχειριστές φτώχειας , μόνιμο αίτημα μας είναι η αύξηση της χρηματοδότησης για την υγεία με ταυτόχρονο εξορθολογισμό των δαπανών.
Έτσι ξεπερνώντας τις ειδικότητες πρώτης γραμμής, στην ιεράρχηση των αναγκών και στις διεκδικήσεις ανάπτυξης , είναι κοινωνικά και ιατρικά απαράδεκτο να αγνοήσουμε την ανάγκη για παιδοχειρουργό εκατοντάδων παιδιών ανά έτος που πρέπει να χρησιμοποιούν αυτό το άθλιο οδικό δίκτυο για να πάνε στην Πάτρα για μια απλή χειρουργική εκτίμηση , μερικών χιλιάδων διαβητικών ασθενών για διαβητολόγο , μερικών χιλιάδων ασθενών για ενδοκρινολόγο, η αντίστοιχα κάποιων άλλων για ρευματολόγο, μερικών εκατοντάδων νεφροπαθών για ΜΤΝ, μερικών εκατοντάδων άπορων ασθενών που για μια μαγνητική τομογραφία πρέπει να πάνε στην Πάτρα ή στα Γιάννενα, επειδή δεν υπάρχει γιατρός να λειτουργήσει τον μαγνητικό τομογράφο, τα κλειστά κρεβάτια ΜΕΘ και φυσικά και την ανάγκη για χημειοθεραπεία των ογκολογικών ασθενών.
Η Ένωση Νοσοκομειακών Γιατρών έχοντας υπόψη της αυτές τις βασικές αρχές και με σταθερή της θέση τη συνεχής ανάπτυξη σε όλους τους τομείς έχει κατ’ επανάληψη ενημερώσει τους φορείς και τους πολίτες για τα προβλήματα και τις ανάγκες του Νοσοκομείου , έχει προτείνει ουσιαστικές λύσεις και διεκδικήσεις που αφορούν κατ’ αρχήν την στοιχειώδη ασφάλεια λειτουργίας των βασικών μονάδων, και στην συνέχει ανάπτυξη μονάδων που βελτιώνουν τις παρεχόμενες υπηρεσίες. Και η έκκληση προς Δημάρχους, Βουλευτές, Περιφέρεια και Διοίκηση πρέπει να είναι συνεχής, συνολική και τεκμηριωμένη για στελέχωση και συνολική ανάπτυξη του Νοσοκομείου.
Η ευαισθητοποίηση και η αντίδραση, επιλεκτικά μόνο όταν το πρόβλημα ακουμπήσει εμάς, δεν αποτελεί στάση υπεύθυνων πολιτών.
Για το ΔΣ της ΕΙΝΝΑΑ
Ο Πρόεδρος
Κ.Α. ΜΠΑΚΟΠΟΥΛΟΣ
Νευροχειρουργός