Σε πλήρη εξέλιξη βρίσκεται η συγκομιδή των υπαίθριων κηπευτικών (ντομάτα, πιπεριά, μελιτζάνα) σε πολλές περιοχές της χώρας, κυρίως στις ορεινές και ημιορεινές ζώνες. Οι επικρατούσες καιρικές συνθήκες δημιουργούν σοβαρά προβλήματα τόσο στην ανάπτυξη των φυτών όσο και, κυρίως, στον σχηματισμό των καρπών, οδηγώντας σε μειωμένες αποδόσεις και υποβάθμιση της ποιότητας.
Χαρακτηριστικό γνώρισμα της φετινής περιόδου είναι η μείωση των καλλιεργούμενων εκτάσεων, εξαιτίας του αυξημένου κόστους παραγωγής, της έλλειψης οργάνωσης, της μείωσης του διαθέσιμου εργατικού δυναμικού, καθώς και της γήρανσης του αγροτικού πληθυσμού. Οι νεότερες γενιές προσανατολίζονται, κυρίως, προς τις μηχανοποιημένες καλλιέργειες.
Σύμφωνα με τον Γιώργο Σταυρογιάννη από τον Δομοκό, οι θερμοκρασίες στο οροπέδιο έχουν ξεπεράσει τους 41 βαθμούς Κελσίου, γεγονός που επηρεάζει σημαντικά την ποιότητα των κηπευτικών, ιδιαίτερα της ντομάτας. «Ήδη, έχουμε ξεκινήσει τη συγκομιδή των υπαίθριων κηπευτικών, κυρίως της ντομάτας, αλλά λόγω των υψηλών θερμοκρασιών καταγράφουμε σημαντικές απώλειες, οι οποίες ξεπερνούν ακόμη και το 40% για την περίοδο αυτή», τονίζει.
Παρά τις δυσκολίες, επισημαίνει ότι, σε σύγκριση με τις πεδινές περιοχές, οι καλλιέργειες στο οροπέδιο του Δομοκού εμφανίζουν μεγαλύτερη ανθεκτικότητα και εκτιμά πως μετά το τέλος του καύσωνα η παραγωγή θα παρουσιάσει βελτίωση. «Οι υψηλές θερμοκρασίες μάς αναγκάζουν να χρησιμοποιούμε αυξημένες ποσότητες νερού, κάτι που ανεβάζει ακόμη περισσότερο το κόστος παραγωγής», συμπληρώνει.
Αναφερόμενος στις τιμές, ο Γιώργος Σταυρογιάννης δηλώνει ότι η ντομάτα της περιοχής του έχει φτάσει ακόμη και τα 2 ευρώ το κιλό στην αγορά, λόγω της ποιοτικής της υπεροχής. «Το προϊόν που παράγουμε παρουσιάζει αυξημένη ζήτηση σε σύγκριση με τις ντομάτες θερμοκηπίου, οι οποίες σε μεγάλο βαθμό είναι εισαγόμενες. Δυστυχώς, όμως, οι παραγόμενες ποσότητες είναι σημαντικά μειωμένες, γεγονός που συμβάλλει και στην αύξηση της τιμής».
Εστιάζοντας στο μέλλον της καλλιέργειας ντομάτας, επισημαίνει ότι η παραγωγή μειώνεται χρόνο με τον χρόνο, κυρίως λόγω της γήρανσης του αγροτικού πληθυσμού. «Ελάχιστοι νέοι ασχολούνται πλέον με τις καλλιέργειες ντομάτας, πιπεριάς και μελιτζάνας. Οι απαιτήσεις σε εργατικά χέρια είναι υψηλές και για αυτόν τον λόγο οι περισσότεροι προτιμούν μηχανοποιημένες καλλιέργειες», σημειώνει.
Κλείνοντας, αναφέρει ότι η συγκομιδή και η διαχείριση της παραγωγής θα συνεχιστούν μέχρι την εμφάνιση των πρώτων παγετών στην περιοχή, οι οποίοι συνήθως καταγράφονται από τα τέλη Οκτωβρίου έως τις αρχές Νοεμβρίου.
Σταθερές οι καλλιεργούμενες εκτάσεις στους Στρόπωνες Ευβοίας
Στο ίδιο πνεύμα κινείται και η δήλωση του παραγωγού Κωνσταντίνου Σταματούκου από τους Στρόπωνες Ευβοίας, ο οποίος αναφέρει ότι η συγκομιδή της ντομάτας έχει ξεκινήσει στην περιοχή του, ωστόσο οι αποδόσεις είναι χαμηλές, κυρίως λόγω των δυσμενών καιρικών συνθηκών.
Στους Στρόπωνες, η καλλιέργεια της ντομάτας γίνεται με τη μέθοδο της υποστύλωσης, εξαιτίας της έλλειψης μεγάλων εκτάσεων, αλλά και της ανάγκης για εφαρμογή αμειψισπορών. «Οι εκτάσεις που καλλιεργούμε είναι περιορισμένες. Τη μία χρονιά, φυτεύουμε ντομάτα και την επόμενη φασόλια, ώστε να εμπλουτίζεται το έδαφος με άζωτο και να εφαρμόζουμε πιο φιλικές προς το περιβάλλον πρακτικές», εξηγεί.
Η καλλιέργεια περιορίζεται σε 15 έως 20 στρέμματα ανά παραγωγό, ενώ τα τελευταία χρόνια ορισμένοι ασχολούνται και με την καλλιέργεια αγγουριού, καθώς και με ντομάτες τύπου «βελανίδι», οι οποίες παρουσιάζουν σημαντική ανθεκτικότητα και έχουν προσαρμοστεί καλά στις τοπικές συνθήκες. Παρά ταύτα, οι στρεμματικές αποδόσεις παραμένουν χαμηλές, κυμαινόμενες μεταξύ 6-7 τόνων ανά στρέμμα.
«Δυστυχώς, τα επόμενα χρόνια, η υπαίθρια καλλιέργεια ντομάτας στην περιοχή μας προβλέπεται να μειωθεί σημαντικά. Εγώ είμαι 33 ετών, αλλά η πλειονότητα των παραγωγών είναι άνω των 55», σημειώνει. Τονίζει, τέλος, την ανάγκη να αναδειχθεί περισσότερο το προϊόν, ώστε να προσελκυστούν νέοι άνθρωποι στον κλάδο, αξιοποιώντας τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά της περιοχής.
Μέτριες οι αποδόσεις και οι τιμές για πιπεριά και μελιτζάνα στο Βασιλικό Χαλκίδας
Μειωμένο εμφανίζεται το ενδιαφέρον για την καλλιέργεια πιπεριάς και μελιτζάνας στην περιοχή του Βασιλικού Χαλκίδας, σύμφωνα με τον παραγωγό Γιώργο Παρασκευά. Όπως αναφέρει, οι καιρικές συνθήκες επηρεάζουν σημαντικά την παραγωγή, με αποτέλεσμα μεγάλο ποσοστό των καρπών να μην πληροί τις εμπορικές προδιαγραφές.
«Οι τιμές είναι πολύ χαμηλές. H μελιτζάνα φλάσκα κυμαίνεται στα 30-60 λεπτά το κιλό, ενώ η πιπεριά από 70 λεπτά έως 1 ευρώ – τιμές που βρίσκονται στα όρια του κόστους παραγωγής», επισημαίνει. Για τον λόγο αυτόν, παρατηρείται φθίνουσα πορεία στην καλλιέργεια κηπευτικών στην περιοχή. «Οι υπαίθριες καλλιέργειες είναι ιδιαίτερα ευάλωτες στις καιρικές συνθήκες και οι απώλειες μπορεί να φτάσουν ακόμη και το 100% της παραγωγής», καταλήγει.
Γιατί δεν προχωρούν τα δικτυοκήπια στη χώρα μας; Με θετικούς οιωνούς και σημαντικές επενδύσεις στον αγροτικό τομέα των υπαίθριων κηπευτικών ξεκίνησε, πριν από περίπου δέκα χρόνια, μια προσπάθεια του Σπύρου Σινγκ στην περιοχή των Μεγάρων. Ο ίδιος μετέτρεψε έναν αριθμό στρεμμάτων σε δικτυοκήπιο, με στόχο την προστασία κυρίως της καλλιέργειας ντομάτας από τις υπερβολικά υψηλές θερμοκρασίες και την υπεριώδη ακτινοβολία, παράγοντες που προκαλούν σοβαρά προβλήματα τόσο στην ανάπτυξη των φυτών όσο και στην ποιότητα των καρπών. Με την έναρξη της καλλιέργειας, ο κ. Σινγκ χαρακτήρισε την επιλογή του ως μια εναλλακτική λύση απέναντι στις παραδοσιακές υπαίθριες καλλιέργειες, οι οποίες πλήττονται συχνά από δυσμενείς καιρικές συνθήκες, όπως το χαλάζι, η έντονη ηλιακή ακτινοβολία, οι απότομες θερμοκρασιακές μεταβολές και άλλα ακραία φαινόμενα. Καθοριστικό ρόλο στην απόφασή του έπαιξε, επίσης, το ελεγχόμενο περιβάλλον που προσφέρουν τα δικτυοκήπια, ιδιαίτερα σε ό,τι αφορά τη φυτοπροστασία και την αποτροπή εντομολογικών προσβολών. Όπως δηλώνει σήμερα, «εφαρμόσαμε ό,τι πιο σύγχρονο υπήρχε στον τομέα της τεχνολογίας για αυτόν τον τύπο καλλιέργειας». Ωστόσο, όπως επισημαίνει, αυτού του τύπου οι κατασκευές δεν πρέπει να είναι εκτεθειμένες σε ισχυρούς ανέμους, καθώς προκύπτουν σοβαρά προβλήματα. «Αυτό που αποκομίσαμε από την κάλυψη της καλλιέργειας με δίχτυ ήταν πως, εκ των υστέρων, διαπιστώσαμε ότι δεν μπορεί να αντέξει σε δυνατούς ανέμους. Για τον λόγο αυτόν, δεν συνεχίσαμε τις επενδύσεις, παρότι στην αρχή φαινόταν μια καλή επιλογή», σημειώνει. |
Πηγή: ypaithros.gr | Συντάκτης: Σάρρος Γιάννης